κεστρίνος

κεστρίνος
Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Έλενου και της Ανδρομάχης και καταγόταν από την Ήπειρο. Μετά τον θάνατο του πατέρα του και την άνοδο του Μολοσσού, γιου του Πύρρου, στον θρόνο, ο Κ. διέσχισε με εθελοντές τον ποταμό Θύαμη και επιχείρησε την κατάληψη άλλων χωρών. Λέγεται ότι από αυτόν πήρε την ονομασία της η Κεστρίνη, περιοχή γύρω από τον Θύαμη.
* * *
κεστρῑνος, ὁ (Α)
1. κεστρεύς*
2. στον πληθ. οί κεστρῑνοι
τα τεμάχια τού ψαριού κέστρα, τής σφύραινας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. τού κεστρεύς].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κεστρῖνος — pieces of the fish masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κεστρῖνοι — κεστρῖνος pieces of the fish masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κεστρίνου — Κέστρινος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κεστρίνους — Κέστρινος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κεστρίνων — Κέστρινος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Cestrínvs — CESTRÍNVS, i, Gr. Κεστρίνος, ου, (⇒ Tab. XXXI.) des Helenus und der Andromacha Sohn, Pausan. Att. c. 11. p. 19. von welchem ein Theil des Epirus den Namen Cestrine bekam. Id. Corinth. c. 23. p. 127 …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • κεστρινίσκος — κεστρινίσκος, ὁ (Α) υποκορ. τού κεστρίνος* …   Dictionary of Greek

  • κεστρίνου — κεστρί̱νου , κεστρῖνος pieces of the fish masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κεστρίνους — κεστρί̱νους , κεστρῖνος pieces of the fish masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κεστρίνων — κεστρί̱νων , κεστρῖνος pieces of the fish masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”